Sunday, September 30, 2012

29

Ο Σεπτέμβρης φτάνει στο τέλος του χαρίζοντας μας καλοκαιρινές στιγμές στην αυλή ενός θερινού κινηματογράφου.
Παρέα με τ΄αστέρια ψηλά,  το φεγγάρι ολόφωτο,  και τα παράθυρα να λάμπουν σε τόνους του πορτοκαλί ολόγυρα..

Τα όνειρα είναι η σκιά των πραγμάτων που ζούμε..

Ενώ κάποιοι μεγαλώνουν όμορφα..

Thursday, September 27, 2012

καφές / τσιγάρο


Αυτό ακριβώς σκεφτόμουν,  πως αν γνωρίζαμε πως η επόμενη μέρα θα ήταν διαφορετική ίσως να κοιτούσαμε να ζήσουμε τις στιγμές μας στον υπερθετικό βαθμό.
Να όπως τον τελευταίο καιρό,  που ο λαιμός μου και το στομάχι μου είχαν την προσωπική τους άποψη και η ανάγκη μου έκοψε μαχαίρι καφέ και τσιγάρο.
Για μπύρα,  ξηροκάρπια,  πατατάκια κλπ ούτε κουβέντα.
Σχεδόν όλος ο Σεπτέμβρης έτσι..  δε την παλεύω λέμε..

κακές συνήθειες

Sunday, September 23, 2012

κυριακή πρωί

Γεμίζει ο τόπος λουλούδια,  όταν σ΄αγαπούν,  το σπίτι αποκτά πολλά παράθυρα, ο ουρανός καλύπτεται από ήλιους.. κι από παντού ακούγεται μουσική..



Annie Hall / to Rome with love

Έχεις καιρό να πας ένα σινεμά,  επιθυμείς σα τρελλός να δεις μια ταινία,  και να ' σου πέφτει στα χέρια σου Γούντυ Άλλεν και μάλιστα εις διπλούν.  Ο ''νευρικός εραστής''  και ''στη Ρώμη με αγάπη'',  ενώ έχεις ορκιστεί όχι άλλο Γούντυ μετά από το ''μεσάνυχτα στο Παρίσι''.
Μετράς μια μια τις σκηνές,  πρόσεξε όχι τα πλάνα,  παρακολουθείς κατά λέξη την αφήγηση,  άλλωστε τι είναι η ζωή αν όχι φιλοσοφία και πόσο πλάκα θα είχε αν δε μας ενδιέφεραν τόσο όλες αυτές οι τρυφερές αλλά ψυχοφθόρες / προβληματικές σχέσεις μέσα στις οποίες μπαίνουμε και βγαίνουμε καθημερινά;

Πως γίνεται να είσαι τόσο ρομαντικά κυνικός;
Και στις δυο ταινίες υπάρχει ο φόβος του θανάτου.  Μάλιστα στον ''νευρικό εραστή''  κάπου προς το τέλος,  η Άννι τον κατηγορεί πως σκεπτόμενος συνεχώς τον θάνατο έχει ξεχάσει να ζει..

Και καταλήγει αναφερόμενος στις σχέσεις..
-γιατρέ μου ο αδελφός μου νομίζει ότι είναι κότα..  ΄΄
-ε τότε να τον πάμε στο ψυχιατρείο..
-μπααα μου αρέσουν τα αβγά

Όλα αυτά στον ''νευρικό εραστή''  γιατί το ''στη Ρώμη με αγάπη''  σε κερδίζει με την τρυφερότητα και το χιούμορ του,  το εκπληκτικτό team των ηθοποιών βλ. Μπενίνι,  και την αναφορά του σην κάλπικη πραγματικότητα των media..


Wednesday, September 19, 2012

ζήλια :)

Eδώ σε θέλω..
Έχεις μια φίλη καλή,  όχι πολύ κοντινή,  αλλά καλή,  μπορεί να σου το αποδείξει ανά πάσα στιγμή.
Κάνεις κάτι λοιπόν,  ας πούμε μια αλλαγή στο σπίτι σου,  τη βλέπει η καλή σου φίλη και της αρέσει πάρα πολύ,  μα πάρα πολύ..  έτσι,  μπαίνει στον πειρασμό να το αντιγράψει..  και να το μεταφέρει στο δικό της σπίτι..
Τι κάνεις τότε εσύ;
α) της κρατάς μούτρα και της τηλεφωνείς μήνες μετά;
β) της κερνάς μια γλυκιά,  ζεστή σοκολάτα;
γ) την παίρνεις από το χεράκι και την πας σ΄ένα καινούργιο μαγαζί που έχει ακόμη πιο όμορφα πράγματα;
Κάποτε,  πριν πολλά πολλά χρόνια,  στην ηλικία των 20+ έκανα το λάθος να αγοράσω τα ίδια παπούτσια με μια κοπέλλα που πίστευα πως ήταν φίλη μου..  μου κράτησε μούτρα και μου τηλεφώνησε μετά από πολύ καιρό.  Αλλά τότε είμασταν σχεδόν παιδιά ε;  ε;

Sunday, September 16, 2012

δεν μου αρέσει η βροχή





Δεν μου αρέσει η βροχή γιατί οι σκέψεις μου γίνονται γκρι,  ούτε καν μπλε,  μια γλοιώδης μάζα γκρι. Σαν μύξα ένα πράγμα,  και το μόνο που θέλω είναι κουρνιάσω στον καναπέ,  μ΄ένα καλό βιβλίο,  αλλά δεν έχω ένα καλό βιβλίο,  θέλω και να πιω ένα ζεστό καφέ αλλά έχει χαλάσει η καφετιέρα,  επίσης θέλω να ανάψω έστω κι ένα ξύλο στο τζάκι..  αλλά δεν έχω τζάκι..

Και μη μου πεις ότι πρέπει να παίζω μόνο με όσα έχω,  γιατί θα σου πω πως αυτό συμβαίνει μόνο κάτω από φυσιολογικές συνθήκες απόλυτης ηλιοφάνειας.

Αυτό θα σου πω!

Thursday, September 13, 2012

αμφιβολίες





Αλήθεια πόσα μυστικά κρύβουμε ο ένας από τον άλλον;  Υπάρχουν όρια;  Κι αν έπεφταν στα χέρια μας καλά κρυμμένα γράμματα εκείνων που αγαπάμε;  Ε-mail;

Ή τι το καλύτερο,  κάποιο μυστικό blog-ημερολόγιο με λεπτομερή ανάλυση κάθε μέρας της ζωής τους;

Πόσο καλά γνωρίζουμε τελικά αυτούς με τους οποίους υποτίθεται ότι μοιραζόμαστε τα πάντα;

Wednesday, September 12, 2012

να προσέχεις τις γωνίες





Eίχαν μιλήσει στο τηλέφωνο μαζί,  το ότι είχε βρει το νούμερο της από μια κοινή γνωστή,  το ότι κόντευε μήνας που είχε φύγει η προηγούμενη,  το ότι το σπίτι χρειαζόταν επειγόντως μια ''γυναίκα''.
Η ''άλλη''  της τα μάσαγε σπασμένα μισοελληνικά μισοαλβανικά,  να πρέπει να πάω να δω τη μάνα μου στο Δυρράχειο,   να δουλεύω σε δέκα σπίτια την εβδομάδα,  στο τέλος είπε ''Παρασκευή απόγευμα μόνο,  για 4-5 ώρες ανάλογα με την ακαταστασία,  30 ευρώ''.
Με το παζάρεμα κατέβηκαν στα 18,  η ''κυρία''  ήταν ανένδοτη,   η Αλβανίδα χαμήλωσε εύκολα τους τόνους!
''Κοίτα να μη χασομεράς,  θα ελέγξω ακόμη και τις γωνίες'',  της φώναξε  στεγνά κι απότομα.  Από την ''άλλη'' ακούστηκε μόνο ένα''καλά κυρία''!

Πολυτελής οικοδομή κτισμένη γύρω στο ΄75,  η είσοδος όλη από ξύλο, θα έπαιρνε το κλειδί από το θυρωρό,  ανέβηκε στον τελευταίο όροφο,  ξεκλείδωσε,  βρέθηκε σ΄ ένα σπίτι με μεγάλους καναπέδες από ξύλο καρυδί και ύφασμα σκούρο κόκκινο..  ζύγισε το χώρο, έβγαλε τα παπούτσια της και έψαξε να βρει το ντουλάπι με τα απορρυπαντικά.
Έσερνε τη σαγιονάρα στο άσπρο μάρμαρο,  είχε στα χέρια σφουγγαρίστρα και κουβά όταν βγήκε από την κρεββατοκάμαρα ο ''κύριος''.  Συστηθήκανε,  του έδωσε το χέρι το στεγνό.  Έφτιαξε αυτός τον καφέ του,  βγήκε στη βεράντα να καπνίσει, ντύθηκε και έφυγε για δουλειές.
Βρήκε ευκαιρία και άνοιξε την τηλεόραση,  Πλάσμα με επίπεδη οθόνη σε μια εκπομπή με ζωντανά τραγούδια,  άστραψε το σπίτι,  έγλυψε τις γωνίες.
Φεύγοντας ξανά άφησε το κλειδί στο θυρωρό.

Δυό Παρασκευές μετά,  Κοντοστάθηκε στην  πόρτα της κρεββατοκάμαρας που ήταν ανοιχτή.  Της φάνηκε παράξενο,  μπήκε μέσα  κι έπεσε το μάτι της στον καθρέφτη της ''κυρίας''.  Αριστερά και δεξιά φωτογραφίες.  Έκανε την αδιάφορη τα 'χα πως είχε ιδρώσει και ήθελε να χτενιστεί,  μήπως και κάποιος ερχόταν ξαφνικά.  Έβγαλε τα γυαλιά από την τσέπη της ποδιάς της.  Μια ξανθιά με μικρό στόμα και σφιγμένα μάγουλα.  Κατέβασε το κλάμερ που φορούσε πιάνοντας τα δικά της μαλλιά.  Λύθηκαν στους στενούς της ώμους της.  Κοντή και σπιρτόζα!  Κατά μια έννοια ζουμερή.   Νέα δεν την έλεγες,  ούτε μεγάλη.  Ταλαιπωρημένη.
Ένα χέρι την άρπαξε και την έριξε μισό μέτρο πλάι,  στο ξέστρωτο κρεββάτι.  Ένα άλλο χέρι της έβγαζε την κυλότα,  ήταν Φθινόπωρο,  πολύ νωρίς για καλσόν.  Τρόμαξε, ''μα τι..''  ψέλισσε μεσ΄το ξαφνικό,  ''50 ευρώ'' της ψιθύρισε αυτός,  έπειτα ''με ξεσηκώνεις'' κι αφέθηκε.  Καθώς κουνιόταν μέσα της,  χάζευε τη νύχτα που έμπαινε από το παράθυρο με τις ακριβές κουρτίνες.  Ένα πράσινο κόκκινο φως από το σταυρό κάποιου μακρινού φαρμακείου, χτυπούσε με δύναμη στο μεταλλικό κάγκελο.

Το ίδιο βράδυ,  λίγο μετά τις 12 η ''κυρία'',  άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος.  Τη χτύπησε η μυρωδιά από το Άζαξ.   Άναψε όλα τα φώτα στο σαλόνι.  Το σπίτι έλαμπε.  Πέρασε με τα δάχτυλα τις γωνίες.  Ούτε ένα δείγμα σκόνης.
Χρειαζόταν επειγόντως ένα χαλαρωτικό,  ζεστό μπάνιο.  Έβγαλε τα παπούτσια στην κρεββατοκάμαρα.  Το φως που έμπαινε από τη μισάνοιχτη πόρτα,  φώτιζε μπροστά στον καθρέφτη της,  πάνω απο τη συρταριέρα  ένα  χρυσαφί κλάμερ.
 Στα καθαρά φρεσκοστρωμμένα σεντόνια κοιμόταν ο άντρας της.  Ήρεμη η αναπνοή του. Άνοιξε όσο πιο σιγά μπορούσε το συρτάρι και τράβηξε στα τυφλά ένα βρακί. Σε λίγο,  στο φως του μπάνιου,  θα διαπίστωνε ότι όχι μόνο αυτή δεν θα διάλεγε ποτέ αυτό το μωβ - σκατί χρώμα,  αλλά  και ότι το καβάλο βρωμοκοπούσε ''πρόσφατα χρησιμοποιημένο''!

Monday, September 10, 2012

η δύσκολη λέξη ''άνθρωπος''





Σχολική χρονιά 1967-1968

Εγώ αγαπούσα τη Βούλα.  Ήταν μελαχροινή,  με πολύ μακριά μαλλιά.  Μου άρεσε όταν έσπαγαν τα λάστιχα που συγκρατούσαν τις χοντρές  κοτσίδες της κι έπεφταν πλούσια και κάλυπταν τους ώμους της.  Φορούσε πάντα καθαρή ποδιά,  και η μύτη της δεν ήταν ούτε μεγάλη,  ούτε στραβή,  ούτε γέμιζε μύξες.

Η Γιώτα μ΄ενοχλούσε.  Από την ώρα που την άφηνε η μαμά της και περνούσε την μεγάλη καγκελόπορτα,  ως το τελευταίο κουδούνι δεν έπαιρνε τα μάτια της από πάνω μου.  Ζούσε για μένα.  Χαμογελούσε για να της χαμογελάσω.  Κοιτούσε για να την κοιτάξω.  Με ξεμονάχιαζε κι οι συμμαθητές μας κρυφογελούσαν σχηματίζοντας πηγαδάκια γύρω μας.

Όμως ορκίζομαι πως δεν είχα ευχηθεί ποτέ το κακό της.  Ήμουν αγόρι,  κι ήταν κορίτσι,  αν βρισκόταν σε κίνδυνο θα την έσωζα.  Εκείνη τη μέρα,  τη θυμάμαι πολύ καλά.  Αν ήταν αρχή,  μέση ή τέλος της χρονιάς δε ξέρω.  Πρώτη δημοτικού,  σε μια αίθουσα μεγάλη και ψηλοτάβανη.  Πρέπει να είμασταν κοντά στα 40 παιδιά.  Το σχολείο,  ένα διατηρητέο επί της Βελισσαρίου 48.  Επιβλητικό,  σχεδόν τρομακτικό.  Από το 1945 δημοτικό σχολείο.  Παλαιότερα κάπου στο ΄19 Εβραική συναγωγή.
Καταλαβαίνεις γιατί σου μιλάω.  Κτίριο με πολλές γωνίες.  Στρογγυλάδα καμμιά.  Δαιδαλώδες.  Μπερδευόσουν στους διαδρόμους και στα δωμάτια μέσα από τα δωμάτια.  Πολλές φορές,  τα κορίτσια μιλούσαν για φαντάσματα.  Στους τοίχους,  η Μπουμπουλίνα,  ο Αθανάσιος Διάκος,  ο Κολοκοτρώνης.  Μεγάλα κάδρα με χρυσή μπορντούρα περίγυρα και τζάμι να αστράφτει στον φως της κρεμασμένης από το μακρύ καλώδιο λάμπας.  Ήλιο δε θυμάμαι!  Ένα σκοτεινό,  καφεκίτρινο με μαύρες σκιές κυριαρχούσε παντού.

Στο χέρι,  κρατούσαμε μεγάλες δερμάτινες πλακέ τσάντες,  με ένα δυό χωρίσματα.  Η Γιώτα,  είχε μια τσάντα περίεργη,  με δυο λουριά που τα περνούσε στον αριστερό και δεξί ώμο,  πάνω από την μπλε ποδιά.  Την έβλεπα που παιδευόταν.  Πολλές φορές σκεφτόμουν να τη βοηθήσω αλλά δεν τόλμησα.  Μια φορά,  ζήτησε βοήθεια από τη δασκάλα.  Εκείνη,  μουτρωμένη ούτε που της απάντησε.

Εκείνη τη μέρα λοιπόν,  τη θυμάμαι καλά.  Είχαμε ανάγνωση και ορθογραφία.  Τρεις ολοκαίνουργιες λέξεις,  η μια εξ αυτών η λέξη ''άνθρωπος''.  Δύσκολη λέξη για παιδιά πρώτης δημοτικού.  Η δασκάλα μας,  η κ. Μαούνη,  μια γυναίκα με φαρδύ πρόσωπο και κοντά,  μαύρα κατσαρά μαλλιά,  σήκωσε τον Μάριο στον πίνακα.  Μετά τον Δημήτρη.  Μετά τον Νικολή.  Εγώ καθόμουν στο πρώτο από τη μια από τις πέντε σειρές θρανίων.  Ένα θρανίο από αδρύ και παχύ, σμιλεμένο μονοκόμματα ξύλο.  Κάθισμα και επιφάνεια εργασίας ενιαία.  Από κάτω,  ένα άνοιγμα ανάμεσα σε δυό ξύλα για να βάζουμε τα βιβλία και τα τετράδια.  Είχα σκίσει μια ακίδα από την ξύλινη επιφάνεια και έπαιζα με τα σβολαράκια από πράσινη λαδομπογιά που ξεχώριζαν.  Ήθελα να τους συλλαβίσω τα φωνήεντα..  ήθελα να τους φωνάξω..  ωμέεεεγα..  όοοομικρον..  Ο Μάριος,  ο Δημήτρης κι ο Νικολής που απέτυχαν να γράψουν σωστά την λέξη ''άνθρωπος'' στον πίνακα,  ήταν ήδη τιμωρία.  Όρθιοι,  με γυρισμένο όλο το σώμα στον τοίχο.  Ο Δημήτρης έκλαιγε.

Έβλεπα τη Γιώτα στη διπλανή σειρά θρανίων.  Είχαν ιδρώσει τα χέρια της,  το καταλάβαινα με τον τρόπο που έτριβε τα δάχτυλα μεταξύ τους.  Η αγωνία ήταν ζωγραφισμένη στο στρογγυλό,  εκφραστικό της πρόσωπο.
-Δημητρίου στον πίνακα στρίγγλισε η δασκάλα
Είδα τη Γιώτα να σηκώνεται σα γατί που  του έχουν ρίξει ένα κουβά νερό.
-Γράψε ''άνθρωπος''  στον πίνακα συνέχισε η δασκάλα
Η Γιώτα πήρε μια άσπρη κιμωλία από την ξύλινη υποδοχή  του μαυροπίνακα και την πίεσε με τα δυό της δάχτυλα.  Στο αριστερό χέρι κρατούσε ένα σφουγγάρι.  Κοιτούσε τη δασκάλα.  Δε ξέρω αν περίμενε κάποιο θαύμα,  κάποια θεία επιφοίτηση η οποία δεν ήρθε αλλά σίγουρα αυτό που ήρθε δεν το περίμενε.
Ένα κιτρινωπό υγρό έτρεχε ανάμεσα στα πόδια της,  η Γιώτα,  ενώπιον όλων των συμμαθητών,  πλην των τριών τιμωρημένων που κοιτούσαν στην πλευρά του τοίχου,  κατούρησε το βρακί της,  τα μπούτια της,  τις γάμπες της και το άτριφτο σανίδι στο πάτωμα που είχε αρχίσει να ποτίζει παίρνοντας χρώμα γκρι καφετί.  Δεν τολμούσε να μας κοιτάξει,  προφανώς φοβόταν ότι θα αντίκρυζε τα κοροιδευτικά βλέμματα μας,  εμείς από την άλλη δεν τολμούσαμε ούτε να ανασάνουμε  Άπνοοι και άφωνοι.

Την αμηχανία έσπασε το σφουγγάρι που παίρνοντας πρωτοβουλία,  κύλησε από το αριστερό χέρι της Γιώτας στο πάτωμα,  ακριβώς πάνω στο κατουρημένο σκούρο σημάδι.

Από εκεί και πέρα δε θυμάμαι παρά μόνο δυό πράγματα.  Η δασκάλα σήκωσε επάνω εμένα και τη Βούλα,  γράψαμε από μια λέξη άγνωστη ο καθένας,  κι όλα καλά!

Την άλλη μέρα το πρωί,  καθώς ψώνιζα από το μοναδικό κυλικείο του σχολείου,  έναν πάγκο αυτοσχέδιο στο υπόγειο,  ακριβώς μπροστά στα δωμάτια όπου έμενε η επιστάτρια  η κυρία Ναταλία, η Γιώτα ήταν δίπλα μου.  Διάλεξα το κουλούρι με το λιγότερο σουσάμι,  για να πάρει το μπόλικο αυτή.  Ήταν το μόνο που μπορούσα να κάνω.

Περίπου 25 χρόνια μετά,  είδα στον κινηματογράφο,  τον ''κύκλο των χαμένων ποιητών''. Η κ. Μαούνη,  η Γιώτα,  η Βούλα,  πήγαινε καιρός που είχαν χαθεί από τη ζωή μου.   Ζήλεψα!




αφιερωμένο στη καινούργια σχολική χρονιά 2012-2013 που ξεκινάει αύριο


Sunday, September 09, 2012

σάββατο





Σάββατο.  Έχω κάνει μπάνιο,  ντύνομαι.  Βάζω κολώνια.  hermes..  δώρο από τη μαμά.  Κοιτάζω τη φωτογραφική.  Μπααα δε θα την πάρω..  θέλω να περπατήσω.
Που θα πιούμε καφέ;  Πάμε Λαδάδικα;  Πάμε!
Το καφέ στα Λαδάδικα κλειστό και όχι αυτή τη φορά δε θα κάνουμε το λάθος να πάμε στο απέναντι.  Στρίβουμε προς θάλασσα.  Κitchen bar.
Οι θαμώνες λίγοι.  Καθόμαστε σ΄ένα τραπεζάκι πλάι στη θάλασσα.  Χαλαρώνω και περιεργάζομαι το τοπίο.
Θεσσαλονίκη μου!  Αν υποθέσουμε ότι η πόλη αποτελείται από δρόμους και σπίτια που κάνουν εικόνες κι όλες αυτές δημιουργούν ένα ποίημα,  τούτο εδώ που βλέπω αυτή τη στιγμή θα πρέπει να είναι η υπογραφή του.
Θάλασσα κι ουρανός γκριζομπλέ.  Κάτι μεταξύ συννεφιάς και ήλιου,  αλλά τοπίο καθαρό!  Γλάροι δίπλα μας βουτούν κερασμένα μπισκότα.  Η λεωφόρος Νίκης.  Το γαλάζιο τριώροφο.  Το άλλο το λευκό με τα θολωτά παράθυρα.  Το διόρωφο όπου κάποτε στεγαζόταν το Όλυμπος Νάουσσα.  Οι κίονες στις δυό γωνιές της Αριστοτέλους.  Αγ. Σοφίας δεξιά όπου ήταν ο παλιός ο Τόττης.
Όλα πεντακάθαρα.  Ψάχνω από συνήθεια τη φωτογραφική δίπλα μου.  Δε τη βρίσκω.  Ήθελα να περπατήσω κι είναι κουραστική για τόσο χρόνο στον ώμο.  Λυπάμαι.  Θα ήταν φωτογραφία γαμάτη.


Γουλιές καπουτσίνου στο στόμα.  Η ηδονή της γλώσσας.  Μπισκοτάκια μοιρασμένα στη μέση και μια μπουκιά σοκολατένιου κέικ.  Ο σερβιτόρος μας έχει συμπληρώσει τουλάχιστον τρεις φορές τα ποτήρια με νερό χωρίς να του το ζητήσουμε.

Περναέι ένα καράβι,  από αυτά που κάνουν μικρές βόλτες στο θερμαικό.  Στην πλώρη τσαμπιά από κόσμο.  Ψάχνω ξανά από συνήθειο την φωτογραφική.  Δεν την έχω.  Ζηλεύω τον τύπο στο διπλανό τραπέζι που φωτογραφίζει.

Η πόλη μου,  έχει πολλά πρόσωπα,  καθένα από αυτά και μια γωνιά.  Κάθε γωνιά και μια στιγμή.  Πολλές μικρές στιγμές..  η ζωή μας.  

Saturday, September 08, 2012

κόκκινο φιλί στο στόμα

Noμίζω ότι οι φωτογραφίες μου βρήκαν το δικό τους σπίτι..  

Κάποιες είναι σε πολύ μικρή ανάλυση,  αλλά δεν μ΄ενοχλεί καθόλου αυτό αφού στο αρχείο μου υπάρχουν στα σωστά τους μέτρα.
Από εμένα για εμένα,  ένα μικρό αλμπουμάκι,  μια μικρή συλλογή.

Το blog αυτό το είχα φτιάξει πολύ παλιά,  2007 αν θυμάμαι καλά για αυτό και το περίεργο όνομα,  αλλά στην τελική μ΄αρέσει..    μ΄αρέσει πολύ!

[Με  θλίβει όλο αυτό που συμβαίνει στο διαδίκτυο,  με φωτογραφίες ανθρώπων που μόχθησαν για αυτές,  να αφαιρούνται ολόκληρα ονοματεπώνυμα,  να αλλάζουν χρώματα και να τις εκμεταλεύονται κάποιοι  που όχι μόνο δε μπορούν να εκτιμήσουν αλλά χρησιμοποιούν και υβριστικό διάλογο απέναντι στους ίδιους τους καλλιτέχνες.  Το άν όλες αυτές τις παραπλανητικές αλλαγές τις κάνει ο οποιοσδήποτε ''έμπορος''  δε σημαίνει ότι εμείς που διακινούμε αυτή τη φωτογραφία δεν είμαστε υπεύθυνοι,  και δεν πρέπει να σεβόμαστε τον καλλιτέχνη που θα μας πλησιάσει και θα θελήσει να αποδείξει ότι είναι δική του.  Δυστυχώς αυτά είναι τα άσχημα αυτής της διαδικτυακής καταιγίδας πληροφοριών και εικόνων.]

Ίσως τελικά η μικρή ανάλυση είναι μια ανώδυνη λύση,  δεν προσφέρεις την τέλεια εικόνα αλλά τουλάχιστον κάνεις τη δουλειά σου κρατώντας ''την ψύχα''  για σένα.



Friday, September 07, 2012

αυτοεκτίμηση





Αν με ρωτήσεις τι έκανα τα τελευταία χρόνια,   θα σου πω πως μάζευα τα κομμάτια μου.  Αυτά που έχασα σκορπώντας τα από δω κι από κει.  Ομολογώ ότι αρχικά μου ήταν πολύ δύσκολο.  Στην πορεία τα πράγματα προχωρούσαν μόνα τους.  Όλα πήγαν καλά.  Με λίγα λόγια,  με έψαξα,  με βρήκα και να'μαι!

Έχοντας πια σηκώσει τους τοίχους μου,  είμαι από αυτούς που αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις,  σαν αυτές που ζούμε όλοι μας σήμερα,  με χαμόγελο.  ή έστω με υπομονή.  Εφευρίσκοντας καθημερινά νέους τρόπους ζωής.  Δεν δέχομαι ούτε τις αγχώδεις κινήσεις ούτε τον πανικό.  Ούτε τη μιζέρια ούτε την κινδυνολογία.  Επιλεκτικά έχω πάψει να βλέπω ειδήσεις.

Νιώθω πολύ καλύτερα από πέρσι και πρόπερσι,  ίσως επειδή έχω λύσει  προσωπικά μου θέματα.  Είναι μεγάλη υπόθεση να τα έχεις βρει με τον εαυτό σου.  Είναι κάτι σα λύτρωση.  Να του δίνεις την αγάπη σου.  Να τον εκτιμάς.  Να τον ρωτάς τι θέλει.  Και να του το προσφέρεις!

Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζεις ότι τίποτα δεν είναι για πάντα.  Ότι ο κόσμος δεν είναι δικός σου,  ούτε εσύ το επίκεντρο του κόσμου.  Χάνοντας,  εκτιμάς αυτό που την κάθε στιγμή σου δίνεται.  Μαθαίνεις πως το πιό απλό είναι και το πιό όμορφο.  Κι όταν παύεις να ψάχνεις πολύ μακριά,  βλέπεις όλα αυτά που βρίσκονται δίπλα σου.

Thursday, September 06, 2012





Αφού γδαρθήκαμε / εξοντωθήκαμε / πληγωθήκαμε / ισοπεδωθήκαμε / απογοητευτήκαμε / απομακρυνθήκαμε / κλάψαμε / οργιστήκαμε / αποδεχτήκαμε / κατηγορήσαμε / ακυρώσαμε / ξεκαθαρίσαμε / αδειάσαμε

μπορούμε να ξαναερωτευτούμε ίσως,  εγώ εσένα κι εσύ εμένα..

δε ξέρω ποιό τραγούδι να παίξω σ΄αυτό το σημείο..  λίγο Πασχαλίδη ίσως;


μα εγώ ακόμη σ΄αγαπώ

Tuesday, September 04, 2012

επιστροφή





Κάθε ''έρχομαι'' έχει πάντα την ελαφρότητα του ''έχω μέρες να σε δω'',  περιτυλίγεται από χαρά,  νοσταλγία κι επιθυμία,  αντίθετα κάθε ''φεύγω'' περιέχει θλίψη όχι μόνο για το τέλος μιας κατάστασης ή την απουσία που ακολουθεί αλλά κι από το βάρος των ''όσων έχουν ειπωθεί''..


ποτέ και τίποτα δεν περιέχει το ιδανικό,  
που θα θέλαμε,  ίσως γιατί αυτό το ιδανικό
δεν είναι παρά  
προσωπικό κατασκεύασμα


Sunday, September 02, 2012

τηλεφώνημα





Περιφερόμουν στο σπίτι,  ήμουν μόνη,  είχε δροσιά.  Τελευταία μέρα του Αυγούστου.  Σε ένα μικρό τραπέζι στο χωλ,  πάνω στο καφέ μάρμαρο υπήρχε ένα τηλέφωνο.  Άτονο μπεζ γυαλιστερό,  με καντράν και νούμερα,  και καλώδιο κοντό, χοντρό και στριφογυριστό.  Χτύπησε,  περπάτησα γρήγορα από το μέσα δωμάτιο,  το σήκωσα.
Η φωνή σου ήρεμη,  καθόλου ανταγωνιστική.  Πιάσαμε την κουβέντα,  ήξερα τι θα πεις πριν να το πεις.  Μου έκανε εντύπωση που δε θέλησες να με φέρεις σε αμυντική θέση.  Τόσο όμορφα ένιωσα που μαζί με την κουβέντα βάλθηκα να συγυρίζω γωνιές του σπιτιού.  Πως τριγυρνούσα,  μ' ένα τηλέφωνο που ήταν σταθερό δε πολυκατάλαβα.
Τη φωνή σου όμως τη θυμάμαι καθαρά,  ίσως γιατί μαζί μου,  ποτέ δεν ήσουν έτσι!


όνειρο ήταν,  τέλειωσε

Saturday, September 01, 2012

που πάει το καλοκαίρι όταν φεύγει;






Η θάλασσα,  ανακατεύεται με την αλλαγή του καιρού για να μη λυπόμαστε.  Αλλάζει πρόσωπο και ξεβράζει στην άμμο τεράστιες μέδουσες.  Με μια λάμπα στο εσωτερικό θα μπορούσαν θαυμάσια να γίνουν φωτιστικά οροφής και όλο το διαμέρισμα θα μύριζε αποδείξεις με υπόλοιπα καφέ, που θα έγραφαν ''φύκι'' και ''mare''..
Αν κουνήσεις λίγο τα χέρια σου από τη συνηθισμένη τους θέση,  το διαμέρισμα μπορεί να ονομαστεί εύκολα ''σπίτι / αγκαλιά''.
Τον καιρό που έκανα όνειρα,  μου έμοιαζε ο Σεπτέμβρης με άγγελο,  που έπαιρνε την άσχημη ζέστη κι έφερνε την πολύτιμη δροσιά.  Οι άγγελοι δεν έχουν φύλο,  θυμάσαι;
Υπήρξα τόσο ονειροπόλα που σκόρπιζα τα καλοκαίρια μου στον πρώτο άνεμο,  έχοντας την απόλυτη σιγουριά πως θα ξαναγυρίσουν..


μια μέρα

  χρόνος τότε που σκοτώναμε το συναίσθημα,  κι ενώ η ψυχή έλεγε ναι,  εμείς επιλέξαμε το όχι νοσταλγία ο τρόπος που σήκωνες ψηλά τα μανίκια ...